Συνολικές προβολές σελίδας

Τόλης Καζαντζής «Η Κατίνα»



Τόλης Καζαντζής «Η Κατίνα»


Ο Τόλης Καζαντζής (1938-1991) είναι Έλληνας συγγραφέας, που γεννήθηκε και έζησε στη Θεσσαλονίκη.
Υπήρξε μαθητής στο Ιωαννίδειο Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια στο Πειραματικό Γυμνάσιο. Σπούδασε νομικά και άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου, μέχρι το 1986.
Υπήρξε βασικός συνεργάτης στο περιοδικό Διαγώνιος (1958-1983), όπου δημοσίευσε ποιήματα, πεζογραφήματα, δοκίμια, μελετήματα, βιβλιοκριτικές και μεταφράσεις. Συνεργάστηκε ακόμα και με πολλά άλλα περιοδικά και εφημερίδες. Το 1986 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορηματικής βιογραφίας για το έργο του Μια μέρα με τον Σκαρίμπα, εκδ. Στιγμή, 1985. Κείμενά του για την πεζογραφία της Θεσσαλονίκης και για την πολιτιστική ζωή της πόλης υπάρχουν σε περιοδικά, εφημερίδες και συλλογικές εκδόσεις. Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ολλανδικά και ιταλικά.
Το 1988 παρουσιάστηκε από την Κρατική τηλεόραση της ΕΤ1 η τηλεοπτική μεταφορά μέρους των πεζογραφημάτων του Καζαντζή με βασικό άξονα την ιστορία της κυρα-Λισάβετ. Το σενάριο της σειράς με τίτλο Η παρέλαση επιμελήθηκε ο ίδιος ο συγγραφέας σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη Γιάννη Διαμαντόπουλο. Το 1989 έγραψε το σενάριο της σειράς Μακεδονικά παραμύθια που προβλήθηκαν από την ΕΡΤ3 σε σκηνοθεσία του Απόστολου Κρυωνά.
Πεζογραφία
  • Η κυρα – Λισάβετ, ανάτυπο του περιοδικού «Διαγώνιος», Θεσσαλονίκη 1975 – 2η έκδ. Χειρόγραφα, Θεσσαλονίκη 1992
  • Η παρέλαση, Ερμής, Αθήνα 197
  • Ενηλικίωση, Ερμής, Αθήνα 1980
  • Οι πρωταγωνιστές, Ύψιλον, Αθήνα 1983 - 2η έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1998
  • Μια μέρα με τον Σκαρίμπα, Στιγμή, Αθήνα 1985 – 2η έκδ. Σοκόλης, Αθήνα 2005
  • Η παρέλαση-Ενηλικίωση, Ροές, Αθήνα 1988 – 2η έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1995
  • Καταστροφές, Υάκινθος, Αθήνα 1987 – 2η έκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1994
  • Το τελευταίο καταφύγιο, Νεφέλη, Αθήνα 1989
  • Ματαιότης ματαιοτήτων, Νεφέλη, Αθήνα 1994
  • Οιδίπους Τύραννος, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2002
Μελέτες
  • Η πεζογραφία της Θεσσαλονίκης 1912-1983, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991
Μεταφράσεις
Γκιγιώμ Απολλιναίρ, Ποιήματα, μτφρ. Φανή Κισκήρα-Τόλης Καζαντζής, Κλείτος Κύρου, ανάτυπο του περιοδικού «Διαγώνιος», Θεσσαλονίκη 1967


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

α1. Να αναφέρετε τα πρόσωπα που κατονομάζονται στο κείμενο και να επισημάνετε τις μεταξύ τους σχέσεις.

Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι η Κατίνα, η καλοκάγαθη κοπέλα που αν και πλησιάζει τα σαράντα δεν έχει καταφέρει ακόμη να παντρευτεί. Από τα μέλη της οικογένειάς της γίνεται επώνυμη αναφορά στον αδερφό της τον Τάσο, ο οποίος αν και ήταν καλόψυχος δεν είχε τους κατάλληλους τρόπους κι είχε χαλάσει εξαιτίας της αγαρμποσύνης του αρκετά προξενιά της αδερφής του∙ και στην αδερφή της την κυρα-Φανούλα, της οποίος γιος ήταν ο Κωστάκης, από τον οποίο μάθαινε ο αφηγητής και τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς τα σχετικά με τα διάφορα ατυχή προξενιά.
Αναφορά γίνεται, επίσης, σε τρεις άνδρες που παρουσιάστηκαν κατά καιρούς ως υποψήφιοι σύζυγοι της Κατίνας: τον ζωέμπορα Σωτήρη, έναν υπάλληλο του σιδηροδρόμου, τον κυρ-Στέργιο, και τον Φρεντ που υπηρετούσε στον αγγλικό στρατό. Ενώ, αν και δεν αναφέρεται το όνομά της, βασικό ρόλο διαδραματίζει και η προξενήτρα που αναλάμβανε κάθε φορά -ανεπιτυχώς- να φέρει εις πέρας το κάθε συνοικέσιο της Κατίνας.  

α2. Να καταγράψετε τις πληροφορίες που αντλείτε από το κείμενο σχετικά με τον αφηγητή της ιστορίας.

«Οι φιλενάδες της είχανε κοτζάμ παιδιά, σαν και μας και πιο μεγάλα.»

«Εγγλέζους κι Αυστραλέζους και Ινδούς και κάτι άλλους μαυροκίτρινους που τους φωνάζαμε “αμίκους” και που φεύγαμε μακριά όταν περνούσανε, γιατί λέγανε πως άμα
τύχει, μπορούσανε να φάνε κι άνθρωπο ακόμη. Και μεις που περιμέναμε να ‘ρθουνε πώς και πώς... Οι μεγάλοι λέγανε ότι στον πρώτο πόλεμο μοιράζαν στα παιδιά πλάκες τις σοκολάτες κι είχανε τις καντίνες τους ανοιχτές, βουνά οι κονσέρβες, τα βούτυρα κι οι ζάχαρες, κι έμπαινε ο κόσμος κι αγόραζε, με το τίποτε, και του πουλιού το γάλα.»

«Κι ο Κωστάκης ήρθε και μας τα έλεγε με το νι και με το σίγμα και μεις “ζολί, ζολί” φωνάζαμε κι από τότε του ‘μεινε το “ζολί”, παρατσούκλι του Κωστάκη.»

«Μόνον εμείς ρωτήσαμε τον Κωστάκη, να μάθουμε κι αυτός μας είπε πως, τάχα, το καράβι που έφερνε το Φρεντ, χτύπησε πάνω σε νάρκα και πνίγηκαν όλοι.»

Ο αφηγητής της ιστορίας είναι, κατά την περίοδο που εκτυλίσσεται η ιστορία, μικρός σε ηλικία∙ είναι ένα από τα παιδιά της γειτονιάς. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, οι φιλενάδες της Κατίνας είχαν κοτζάμ παιδιά, «σαν και μας» και πιο μεγάλα. Το γεγονός, άλλωστε, ότι είναι παιδί εκείνη την περίοδο προκύπτει κι από την ευπιστία που παρουσιάζει απέναντι στους ισχυρισμούς «των μεγάλων» πως ορισμένοι από τους στρατιώτες του εγγλέζικου στρατεύματος μπορούσανε να φάνε κι άνθρωπο ακόμη! Ο αφηγητής-παιδί εκφράζει το φόβο που ενέπνεαν σε αυτόν και στους φίλους του οι μαυροκίτρινοι αυτοί στρατιώτες, τους οποίους και απέφευγαν όσο μπορούσαν.
Επιπλέον, όπως προκύπτει από το κείμενο, ο αφηγητής ήταν φίλος με τον Κωστάκη τον ανιψιό της Κατίνας, από τον οποίο αντλούσε η παρέα τις σχετικές πληροφορίες για την πορεία του πρόσκαιρου αρραβώνα της με τον Φρεντ. Η παρέα -στην οποία ανήκε κι ο αφηγητής- βρίσκει, μάλιστα, αφορμή μέσα από τις διηγήσεις του Κωστάκη να του κολλήσει και το παρατσούκλι «ζολί», από μια γαλλική φράση που είχε χρησιμοποιήσει ο Φρεντ όταν μιλούσε στη μητέρα του παιδιού∙ ένδειξη κι αυτό της παιδικότητας και της αφέλειας που χαρακτήριζε τα παιδιά της γειτονιάς και, φυσικά, τον αφηγητή.
Χάρη στη φιλική σχέση, πάντως, που διατηρούσε ο αφηγητής με τον Κωστάκη θα φτάσε σε αυτόν και η υποτιθέμενη ιστορία σχετικά με τη νάρκη που βούλιαξε το καράβι στο οποίο επέβαινε ο Φρεντ, με την οποία η οικογένεια της Κατίνας θέλησε να δικαιολογήσει το γεγονός ότι ο «αρραβωνιαστικός» προτίμησε τελικά να μην την παντρευτεί.


β1. Να επισημάνετε το πρόβλημα του κεντρικού προσώπου της ιστορίας, όπως φαίνεται στην πρώτη παράγραφο του κειμένου.

Η ηρωίδα του κειμένου, η Κατίνα, έχει περάσει πια τα τριάντα και δεν έχει κατορθώσει ακόμη να βρει σύζυγο, προκειμένου να δημιουργήσει κι εκείνη τη δική της οικογένεια. Ενώ οι φίλες της έχουν ήδη μεγάλα παιδιά, εκείνη βρίσκεται παγιδευμένη στην αδυναμία της να προσελκύσει το ενδιαφέρον κάποιου υποψήφιου συζύγου, με αποτέλεσμα να είναι αναγκασμένη να κρύβει ακόμη και την ηλικία της, ώστε να μην αποθαρρύνονται οι τυχόν ενδιαφερόμενοι από το γεγονός ότι έχει φτάσει κι ίσως έχει περάσει τα τριανταπέντε της χρόνια∙ κάτι που περιορίζει κατά πολύ τη δυνατότητά της να αποκτήσει υγιή παιδιά.
Η Κατίνα είναι καλός και γλυκομίλητος άνθρωπος, καλή νοικοκυρά και ανήκει σε μια ήσυχη και αγαπημένη οικογένεια∙ προτερήματα που την καθιστούν ιδιαιτέρως συμπαθή στην τοπική κοινωνία, γι’ αυτό και όλοι προσπαθούν να τη βοηθήσουν ν’ αποκατασταθεί, κάνοντάς της συνεχώς προξενιά. Ωστόσο, είτε γιατί η ηρωίδα δεν είχε την τύχη με το μέρος της είτε γιατί κανένα από τα προξενιά αυτά δεν πήγαινε από την αρχή καλά, η Κατίνα παρέμενε ακόμη ανύμφευτη και φαινόταν πια ολοένα και πιο πιθανό πως θα ξέμενε τελικά χωρίς σύζυγο. Το γεγονός ότι είχαν περάσει τα χρόνια της νεότητάς της και όδευε στην ηλικία εκείνη που δεν θα μπορούσε πια να κάνει παιδιά, σφράγιζε επί της ουσίας τη μοίρα της. 


β2. Να περιγράψετε το ρόλο της προξενήτρας κάνοντας αναφορές στο κοινωνικό στερεότυπο που εκπροσωπεί.

Σε παλαιότερες εποχές λόγω της αυστηρότητας των ηθών στην Ελλάδα, δεν υπήρχε επί της ουσίας η δυνατότητα να προκύψουν κατά τρόπο ελεύθερο γνωριμίες που θα οδηγούσαν σε γάμο, διότι καμία κοπέλα δεν θα διακινδύνευε την τιμή της με το να συζητά ή να κυκλοφορεί με κάποιον άντρα. Οι κοπέλες παρέμεναν ως επί το πλείστον μέσα στο σπίτι ασχολούμενες με τις οικιακές εργασίες και δεν είχαν έτσι την ευκαιρία να έρθουν σ’ επαφή με τους νεαρούς της περιοχής τους, κι αντιστοίχως οι νέοι από σεβασμό απέναντι στις κοπέλες δεν τολμούσαν να τις πλησιάσουν, καθώς γνώριζαν πως υπήρχε κίνδυνος να τις εκθέσουν στα μάτια της τοπικής κοινωνίας και να ζημιώσουν τις προοπτικές τους για έναν καλό γάμο.
Οι γνωριμίες ανάμεσα στα εν δυνάμει νέα ζευγάρια γίνονταν με πρωτοβουλία του προξενητή ή της προξενήτρας, ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας που είχαν αρκετά μεγάλη πείρα στο να ψυχολογούν τους συνανθρώπους τους και, άρα, να καταλαβαίνουν ποιοι θα ταίριαζαν μεταξύ τους. Με κύριο κίνητρο την πίστη στην αξία του γάμου -χωρίς να λείπουν κατά περίπτωση και κάποιες υλικές απολαβές που παρέχονταν από τους γονείς του ζευγαριού εν είδει δώρου- η προξενήτρα φρόντιζε να προσεγγίζει τους γονείς των νέων που θεωρούσε πως θα μπορούσαν να γίνουν ένα ταιριαστό ζευγάρι και κανόνιζε τις μεταξύ τους συνεννοήσεις∙ οι οποίες σε πρώτο επίπεδο αφορούσαν αποκλειστικά τους γονείς, χωρίς να ζητείται η γνώμη των ίδιων των ατόμων που επρόκειτο να παντρευτούν.
Η προξενήτρα χρησίμευε ακόμη κι όταν κάποια οικογένεια είχε ήδη επιλέξει για το παιδί της μια νύφη ή ένα γαμπρό που θεωρούσε αξιόλογο, εφόσον ήταν εκείνη που όφειλε να προσεγγίσει την άλλη οικογένεια και να διερευνήσει το κατά πόσο υπήρχε ανάλογο ενδιαφέρον. Ενώ, παράλληλα, βασική ήταν η συνεισφορά της κι όταν επρόκειτο για άντρες που είχαν χηρέψει και χρειάζονταν μια νέα σύζυγο ή για κοπέλες που είχαν απομείνει ανύπαντρες και βρίσκονταν πια σε ηλικία που δεν προσέλκυε εύκολα το ενδιαφέρον υποψήφιων γαμπρών. Η προξενήτρα αναλάμβανε σ’ αυτές τις περιπτώσεις να καλύψει το θέμα της ηλικίας παρουσιάζοντας άλλες αρετές του ατόμου που ήθελε να αποκαταστήσει.

Είναι, βέβαια, σαφές πως το έργο της προξενήτρας γινόταν πολύ πιο εύκολο όταν το άτομο που ήθελε να παντρέψει διέθετε καλή οικονομική κατάσταση. Η μεγάλη προίκα μιας νύφης ή τα πολλά έσοδα ενός γαμπρού, αποτελούσαν υψηλής σημασίας δέλεαρ, που μπορούσε να υπερνικήσει κάθε πιθανό δισταγμό που ίσως να βασιζόταν σε θέματα εμφάνισης ή ηλικίας. 




Γαρεφαλάκη Έφη 
Εκπαιδευτικός Φιλόλογος
Master στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση 
Φιλολογικά μαθήματα (Ηράκλειο - Γάζι - Αμμουδάρα) 
Τηλ. +30 694.956.3452